Κινδυνεύει κανείς να χαρακτηριστεί «λαϊκιστής», τέτοιες μέρες που η λέξη είναι πια του συρμού, αλλά μετά από κάθε μεγάλο εργατικό δυστύχημα το ερώτημα βγαίνει σχεδόν αβίαστα: πόσοι νεκροί εργάτες περιλαμβάνονται στο κέρδος μιας επιχείρησης; Στην προκειμένη περίπτωση, εργάτες είναι οι οδηγοί βουνού Σέρπα και επιχείρηση η κορυφή του Έβερεστ, το φετίχ κάθε ορειβάτη. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια κερδοφόρα εταιρεία που παράγει κάθε χρόνο τζίρο πολλών εκατομμυρίων και προκαλεί ενίοτε το θάνατο πολλών αλπινιστών και των οδηγών τους. Όπως στις 18 Απριλίου.
Ο θάνατος 16 Σέρπα τον περασμένο μήνα (τρεις εκ των οποίων θεωρούνται ακόμα αγνοούμενοι), καταγράφεται ως το πλέον πολύνεκρο δυστύχημα στο Έβερεστ από το 1953, όταν «κατακτήθηκε» για πρώτη φορά η υψηλότερη κορυφή των Ιμαλαΐων. Στα 60 αυτά χρόνια περισσότεροι από 300 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στην προσπάθεια να ξεπεράσουν τα όριά τους και να βρεθούν σε υψόμετρο 8.848 μέτρων. Όμως στην πραγματικότητα οι περισσότεροι από αυτούς δεν κυνηγούσαν κανένα όνειρο και δεν είχαν κανενός είδους φιλοδοξία.
Το μεγαλύτερο ποσοστό θυμάτων αποτελείται από τους Νεπαλέζους που συμμετέχουν στις ορειβατικές αποστολές
Οι νομάδες Σέρπα έχουν τη φήμη των καλύτερων οδηγών για την ανάβαση των Ιμαλαΐων κι όχι άδικα. Η βιολογική τους προσαρμογή στις ακραίες συνθήκες που επικρατούν σε ύψη άνω των 5.000 μέτρων (υπερβολικά χαμηλές θερμοκρασίες και ατμόσφαιρα αραιή σε οξυγόνο) εξηγεί εν μέρει τις ικανότητες τους. Γεγονός είναι ότι μια «αφιλόξενη περιοχή» όπως το Έβερεστ αποτελεί για αυτούς έναν γνώριμο τόπο. Ωστόσο, τη φήμη τους την οφείλουν και σε κάτι ακόμη. Είναι η εξαιρετικά επίπονη όσο και επικίνδυνη δουλειά του αχθοφόρου των extreme sports, που τους κάνει αναγκαίους σε κάθε ορειβατική αποστολή στην «κορυφή του κόσμου».
Οι οδηγοί βουνού διακινδυνεύουν τη ζωή τους περισσότερο από κάθε δυτικό ορειβάτη που θέλει να γράψει το όνομά του κάτω από εκείνο του Εντμουντ Χίλαρι. Κάθε άνοιξη είναι εκείνοι που θα ετοιμάσουν εκ νέου τα μονοπάτια αρματώνοντας με παγόβιδες, σχοινιά και πτυσσόμενες σκάλες τα πιο επικίνδυνα σημεία. Είναι εκείνοι που κατά τη διάρκεια της ορειβατικής περιόδου θα περάσουν δεκάδες φορές από παγετώνες, όπως ο Κούμπου (εκεί που σκοτώθηκαν τον περασμένο μήνα οι 16 οδηγοί λόγω πτώσης πάγου) φορτωμένοι με αποσκευές άνω των 50 κιλών. Είναι αυτοί που μετά από κάθε αποστολή θα πρέπει να «καθαρίσουν» το χώρο. Οι υποχρεώσεις τους θυμίζουν τη «βρωμοδουλειά» που αναλαμβάνουν συμπατριώτες τους και άλλοι Ασιάτες μετανάστες στα γκουρμέ εστιατόρια της Ευρώπης και της Αμερικής, όταν πια σβήσουν τα φώτα και φύγει ο τελευταίος πελάτης.
Είναι αλήθεια ότι αμείβονται καλά για τη βαριά εργασία. Ένας οδηγός βουνού μπορεί να κερδίσει 2.000 – 4.000 ευρώ τη σεζόν, σε μια χώρα που το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα αντιστοιχεί σε 700 ευρώ. Όμως δεν είναι ακριβώς αυτά τα ποσά που παίζονται στην αγορά του ονομαζόμενου mountaineering. Μια γνωστή εταιρεία που αναλαμβάνει αποστολές στο Έβερεστ χρεώνει τους πελάτες της 30.000 – 35.000 ευρώ για ένα πακέτο που περιλαμβάνει παραμονή και διατροφή για 60 μέρες, φιλοξενία σε κατασκηνώσεις εγκλιματισμού και βοήθεια από δύο οδηγούς ανά ορειβάτη τη μέρα της ανάβασης στην κορυφή. Από αυτά τα χρήματα το Νεπάλ κερδίζει άμεσα περίπου 18.000 ευρώ από την έκδοση της σχετικής άδειας. Κάθε χρόνο το κράτος εισπράττει πάνω από δύο εκατ. ευρώ για τις άδειες που χορηγεί στις ορειβατικές αποστολές. Από αυτά τα έσοδα, τουλάχιστον τα δύο τρίτα προέρχονται από τις αποστολές στο Έβερεστ (σύμφωνα με στοιχεία για το 2011).
Συνολικά τα κρατικά έσοδα από την τουριστική εκμετάλλευση των ορεινών όγκων των Ιμαλαΐων αντιστοιχούν σχεδόν στο 3% του ετήσιου ΑΕΠ, ενώ η βιομηχανία των extreme sports προσφέρει δουλειά σε περίπου 300.000 Νεπαλέζους (ποσοστό 2,5% του εργατικού δυναμικού της χώρας)
Έτσι εξηγείται το φαινόμενο του «μποτιλιαρίσματος» που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στο Έβερεστ. Ορειβάτες χωρίς την απαραίτητη πείρα ή τις αναγκαίες τεχνικές γνώσεις απαιτούν από τους οδηγούς να τους ανεβάσουν στην κορυφή, εφόσον έχουν πληρώσει γι’ αυτό, σαν να πρόκειται για μια οποιαδήποτε τουριστική ατραξιόν. Με αυτό τον τρόπο βέβαια τίθεται σε κίνδυνο η ζωή των οδηγών αλλά και των υπολοίπων αλπινιστών, αφού υποχρεώνονται να ακολουθήσουν τους αργούς ρυθμούς ανάβασης των προπορευόμενων.
Τα λεφτά λοιπόν που γεννά η εκμετάλλευση του Έβερεστ είναι πολλά. Τόσα, ώστε να κάνουν τους κινδύνους να φαίνονται μικροί. Την ίδια στιγμή τα σημάδια από την άνοδο της θερμοκρασίας είναι εμφανή πάνω στη λευκή οροσειρά. Τα σωματεία των οδηγών είχαν ζητήσει ήδη από το 2012 να κλείσει για μία ή δύο σεζόν η διαδρομή του Έβερεστ, προκειμένου να γίνουν οι απαραίτητες εργασίες «συντήρησης». Ταυτόχρονα καλούσαν το κράτος αφενός να χρηματοδοτήσει επιστημονικές μελέτες καταγραφής των καιρικών φαινομένων και των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και αφετέρου να επιμορφώσει τους νέους οδηγούς. Τα επιστημονικά δεδομένα θα βοηθούσαν τους οδηγούς να εντοπίσουν πιθανόν άγνωστα σημεία κινδύνου και να χαράξουν όπου χρειάζεται εναλλακτικές διαδρομές.
Τον περασμένο Αύγουστο, μία έρευνα Γάλλων και Νορβηγών επιστημόνων που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση The Cryosphere υπολόγιζε ότι την περίοδο 1999-2011 τα Ιμαλάϊα έχαναν ετησίως 15 εκατοστά πάγου λόγω υπερθέρμανσης
Γεγονός που έχει αυξήσει κατακόρυφα τους κινδύνους για τους ορειβάτες που μπορεί να βρεθούν σε αχαρτογράφητες «παγωμένες κοιλάδες» (περιοχές που καλύπτονται επιφανειακά από λεπτά στρώματα πάγου τα οποία υποχωρούν πολύ εύκολα).
Οι σχετικές εκκλήσεις δεν εισακούστηκαν όμως, ούτε και τα 16 νέα θύματα ήταν αρκετά για να κλείσει το Έβερεστ. Άλλωστε οι νεκροί οδηγοί κοστολογήθηκαν αρχικά με 300 ευρώ από την τοπική κυβέρνηση. Έπρεπε να προκηρυχθεί απεργία από το σωματείο, ώστε να αυξηθούν αφενός η αποζημίωση στις οικογένειες των θυμάτων και αφετέρου η ετήσια ασφαλιστική κάλυψη στα 15.000 ευρώ για κάθε εργαζόμενο. Η απόφαση να ματαιωθούν γι’ αυτήν τη χρονιά οι ορειβατικές αποστολές δεν πάρθηκε από το κράτος, αλλά από την πλειοψηφία των εργαζόμενων. Οι ίδιοι χαρακτήρισαν την απόφασή τους, ως την ελάχιστη ένδειξη σεβασμού στους νεκρούς. Οι μπίζνες στη βαριά βιομηχανία του αλπινισμού στο Έβερεστ θα συνεχιστούν ξανά το 2015.