Λίγες μόνο ώρες χρειάζονται συνολικά για τη θεραπεία της εξαιρετικά επώδυνης κύστης κόκκυγα με μια επαναστατική τεχνολογία που εφαρμόζεται και στη χώρα μας αλλά χρησιμοποιείται με εξαιρετικά αποτελέσματα πάνω από μια δεκαετία στο εξωτερικό. Πρόκειται για την EPSIT (βιντεοϋποβοηθούμενη ενδοσκοπική αντιμετώπιση της κύστης κόκκυγα), η οποία υπόσχεται άμεση, ανώδυνη και αναίμακτη αποκατάσταση μιας πάθησης που ταλαιπωρεί εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
«Ο πόνος στον κόκκυγα που προκαλείται από κύστη στο σημείο είναι ένα οδυνηρό πρόβλημα που μπορεί να επηρεάσει την προσωπική, κοινωνική και εργασιακή ζωή των ασθενών», επισημαίνει ο γενικός χειρουργός Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος (www.axiarchos.gr), Διευθυντής της χειρουργικής κλινικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών-Ιατρικού Περιστερίου, Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής χειρουργικής. Όπως εξηγεί, «Η ύπαρξη κύστης στην κοινώς ονομαζόμενη ‘ουρίτσα’, στο τελείωμα δηλαδή της σπονδυλικής στήλης, μπορεί να μη γίνει εξ αρχής αντιληπτή από τον ασθενή, καθώς η πάθηση συνήθως αναπτύσσεται αργά και ανώδυνα, σχεδόν… ύπουλα. Συχνά ο ασθενής αντιλαμβάνεται την ύπαρξή της μόνο από τη ρύπανση του εσώρουχου με οροαιματηρό υγρό. Σε προχωρημένο στάδιο, όμως, ο πόνος δεν επιτρέπει στον ασθενή ούτε να καθίσει, με συνέπεια να περιορίζονται όλες οι καθημερινές δραστηριότητές του».
Τι προκαλεί όμως την κύστη κόκκυγα; Η ακριβής αιτία της δημιουργίας της δεν είναι σαφής, αλλά οι περισσότερες φαίνεται να προκαλούνται από τις τρίχες που διεισδύουν ξανά στο δέρμα εξαιτίας της τριβής και της πίεσης που δέχεται η περιοχή, π.χ. από στενά ρούχα, από την ενασχόληση με την ποδηλασία, από την καθιστική ζωή και άλλους παρόμοιους παράγοντες. Θεωρώντας τις τρίχες ως ξένο υλικό, ο οργανισμός δημιουργεί μια κύστη γύρω απ’ αυτές.
Στατιστικά, η κύστη κόκκυγα εμφανίζεται συχνότερα στους άνδρες νεαρής ηλικίας και αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο είναι όσοι έχουν έντονη τριχοφυΐα στο σώμα τους και όσοι είναι παχύσαρκοι, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι οι αδύνατοι άνθρωποι δεν εμφανίζουν την πάθηση.
«Η κύστη κόκκυγα παρουσιάζεται αρχικά με τοπικό πόνο κι ερυθρότητα χωρίς ψηλαφητό εύρημα, που αν δεν αντιμετωπιστεί εξελίσσεται σε ένα ψηλαφητό ογκίδιο. Στη συνέχεια συχνά δημιουργείται μια μικρή οπή στην περιοχή, η οποία όταν μένει αθεράπευτη μεγαλώνει. Όταν δηλαδή η περιοχή φλεγμαίνει γίνεται ερυθρή, διογκωμένη και σκληρή, ενώ μπορεί να εκρέει και πύον, το οποίο συνήθως έχει δυσάρεστη οσμή. Στη χρόνια μορφή παρατηρείται συνεχής ή και κατά διαστήματα έκκριση υγρού, ενώ στην οξεία η κύστη κόκκυγα προκαλεί ισχυρό πόνο, απόστημα και ενδεχομένως πυρετό», αναφέρει ο Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος.
Η θεραπεία της κύστης κόκκυγα εξαρτάται από το στάδιο της πάθησης. Ένα οξύ απόστημα ελέγχεται, συνήθως, με διάνοιξη και παροχέτευση, ώστε να απελευθερωθεί το πύον, να ελαττωθεί η φλεγμονή και να ανακουφιστεί ο ασθενής από τον πόνο. Στις χρόνιες περιπτώσεις, όμως, η ενδεδειγμένη θεραπεία είναι η χειρουργική, προκειμένου να αφαιρεθεί η κύστη αλλά και όλο το δίκτυο των συριγγίων που έχει δημιουργήσει. Η χειρουργική αποκατάσταση με τους παραδοσιακούς τρόπους αφήνει το τραύμα ανοικτό, ημίκλειστο ή κλειστό. Αυτό μπορεί να καταστεί μια επώδυνη διαδικασία κατά τη διάρκεια της μετεγχειρητικής περιόδου, με αλλαγές του τραύματος, συχνά επώδυνες και σημαντικά ποσοστά υποτροπής.
Στις μέρες μας όμως η χειρουργική αντιμετώπιση της κύστης κόκκυγα μπορεί να γίνει ανώδυνα και η επάνοδος στις καθημερινές δραστηριότητες να είναι άμεση. Μάλιστα, η νέα μέθοδος -που πρώτος έφερε στην Ελλάδα ο Δρ. Ξιάρχος πριν περίπου ένα χρόνο- η EPSIT , έχει να επιδείξει εξαιρετικά αποτελέσματα.
Συνδυάζοντας τη διαγνωστική και τη χειρουργική φάση, εξασφαλίζει οικονομία χρόνου αλλά και χρήματος, γιατί για την εκτέλεσή της δεν είναι απαραίτητη η εκ των προτέρων διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας ή οποιασδήποτε άλλης απεικονιστικής εξέτασης για την αναγνώριση της κύστης και των συριγγίων.
H επέμβαση είναι ελάχιστα επεμβατική, γίνεται με τη χρήση μιας μικροσκοπικής κάμερας, η οποία χαρτογραφεί την κύστη και τα συρίγγια και η καταστροφή της βλάβης γίνεται με χρήση laser ή RF.
Ο ασθενής λίγες ώρες μετά επιστρέφει στις καθημερινές του δραστηριότητες, χωρίς να χρειάζονται επίπονες αλλαγές. Ουσιαστικά το τραύμα είναι λίγα χιλιοστά και η επέμβαση εντελώς ανώδυνη.
Εξαιρετικά σημαντικό για τον ασθενή είναι επίσης ότι η συγκεκριμένη τεχνική δεν προκαλεί μετεγχειρητικό πόνο, τα ποσοστά υποτροπών είναι σχεδόν μηδενικά και το αισθητικό αποτέλεσμα τέλειο, χωρίς να απαιτούνται επώδυνες αλλαγές τραύματος. Έτσι, η ποιότητα ζωής των ασθενών είναι εξαιρετικά καλύτερη, συγκριτικά με εκείνη που έχουν ασθενείς που υποβάλλονται σε επεμβάσεις με άλλες τεχνικές.
Πηγή: onmed.gr