Η λαϊκή σοφία κρύβει πολύ συχνά σημαντικά στοιχεία για την υγεία, τα οποία επιβεβαιώνονται σήμερα μέσα από την επιστήμη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά όταν ήμουν μικρός, που διαμαρτυρόμουν στη γιαγιά μου όταν σέρβιρε στο τραπέζι ένα ιδιαίτερα παράξενο πιάτο για τα δικά μου γούστα.
Αυτό το ιδιαίτερο γεύμα αποτελούνταν από πικρά ραδίκια που είχε μαζέψει από τα χωράφια, παρέα με ένα ποτήρι ζωμό από τα βρασμένα χόρτα με μισό λεμόνι στυμμένο, μια πρέζα φυσικό αλάτι και μια κουταλιά ωμό ελαιόλαδο. «Μα είναι πικρά τα χόρτα και το ζουμί πολύ ξινό», της έλεγα και καθώς με έβλεπε ιδιαίτερα διστακτικό να συνεχίσω το φαγητό μου απαντούσε «Πικρό στο στόμα, γλυκό στο σώμα»
Πολλά χρόνια αργότερα, διάβασα αρκετές μελέτες που έλεγαν ότι σε πικρό και ξινό διάλυμα δεν αναπτύσσονται ποτέ καρκινικά κύτταρα, όπως επίσης ότι πολλοί άνθρωποι είχαν θεραπεύσει διάφορες μορφές καρκίνου απομακρύνοντας κάθε γλυκιά γεύση από το καθημερινό τους διαιτολόγιο. Στην πράξη υπάρχουν τέσσερις γεύσεις, δηλαδή, γλυκό, αλμυρό, πικρό και ξινό. Σήμερα, όμως, οι περισσότεροι άνθρωποι είναι εθισμένοι κυρίως στο γλυκό και στο αλμυρό. Όσον αφορά τη γλυκιά γεύση, αντί να προέρχεται από τα φρέσκα ή τα ξερά φρούτα ή έστω το μέλι, έχει ως βασική πηγή, κυρίως, τη ζάχαρη και το λευκό αλεύρι. Όσον αφορά την αλμυρή γεύση, αυτή προέρχεται, κυρίως, από επεξεργασμένες τροφές, εμπλουτισμένες με, το φτωχό σε ιχνοστοιχεία, ραφιναρισμένο αλάτι. Αντιθέτως, αν αποζητούσε κάποιος τη γλυκιά γεύση απευθείας από το άθερμο μέλι ή την ανεπεξέργαστη ζάχαρη, θα σταματούσε στα ένα με δυο κουταλάκια, καθότι στη σύνθεση τους εμπεριέχονται σημαντικά θρεπτικά στοιχεία που δημιουργούν μια γρήγορη αίσθηση πληρότητας.
Γνωρίζουμε ότι τα μικρά παιδιά και κυρίως αυτά που έχουν θηλάσει, συνήθως δεν έχουν κανένα πρόβλημα με τις πικρές και τις ξινές γεύσεις. Τα δικά μου παιδιά, θυμάμαι ότι ως βρέφη ακόμα, κάποιες φορές έπαιρναν το λεμόνι από το στρωμένο τραπέζι και το έβαζαν στα χείλη τους. Τα βρέφη, όμως, όπου έχουν σιτιστεί με έτοιμο γάλα, δεν είχαν ποτέ τις γευστικές εναλλαγές που έχει από τη φύση του το μητρικό γάλα. Η γεύση του μητρικού γάλακτος επηρεάζεται άμεσα από την ποικιλία στη διατροφή της μητέρας, ανάλογα με την ώρα της ημέρας ή τις διατροφικές επιλογές της εβδομάδας. Δυστυχώς, το έτοιμο γάλα για τα βρέφη είναι κάτι σαν «γευστική έρημος» με μια μόνιμη αίσθηση γλυκιάς γεύσης. Στη συνέχεια ακολουθούν οι φρουτόκρεμες που παρασκευάζονται σχεδόν αποκλειστικά με μήλο και μπανάνα με αποτέλεσμα το βρέφος να δημιουργεί, πολύ σύντομα, μηχανισμούς άμυνας απέναντι σε οτιδήποτε μπορεί να του χαλάσει αυτή τη διαρκή αίσθηση της γλυκιάς γεύσης.
Αντιστοίχως με την συνήθεια των γλυκών γεύσεων, κάπως έτσι συμβαίνει και με τις τροφές με ραφιναρισμένο αλάτι. Για παράδειγμα, αν ξεκινήσει κάποιος να τρώει πατατάκια με βιομηχανοποιημένο ραφιναρισμένο αλάτι, που συνδυάζουν ταυτόχρονα και τη γλυκιά αίσθηση που αφήνει το επεξεργασμένο άμυλο της πατάτας, αυτό το γεγονός προκαλεί αντίστοιχα λανθασμένες συμπεριφορές. Παλαιότερα προβαλλόταν στην τηλεόραση μια διαφήμιση αντίστοιχου προϊόντος που είχε ως σλόγκαν το «ποτέ δεν μπορείς να φας μόνο ένα…». Το συγκεκριμένο μήνυμα έκρυβε, πράγματι, μια τεράστια αλήθεια αφού, αν έμπαινε ο καταναλωτής στον πειρασμό να δοκιμάσει «ένα», κατέληγε τελικά να αδειάσει όλο το σακουλάκι, ανήμπορος να αντισταθεί στην εθιστική επίδραση του προϊόντος. Αν, όπως υπολογίζεται σήμερα, ένα μόνο πατατάκι έχει περίπου 8-10 θερμίδες, ας αναλογιστούμε πόσες φορές σταματήσαμε σε αυτή την ποσότητα ενώ είχαμε ξεκινήσει με σκοπό να φάμε μόνο ένα…
Οι μεγάλες ευκαιρίες για πικρή και ξινή γεύση
Τα τρόφιμα με πικρή ή ξινή γεύση, συνήθως εμπεριέχουν στη σύνθεσή τους χαμηλά ποσοστά υδατανθράκων και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ξεκουράζεται το πάγκρεας από την υπερβολική ενασχόλησή του για την παραγωγή ινσουλίνης. Όμως, ο σύγχρονος δυτικός τρόπος διατροφής, με τη συχνή κατανάλωση τροφών πλούσιων σε ζάχαρη και επεξεργασμένο αλεύρι, αναγκάζει το πάγκρεας σε μια, σχεδόν, διαρκή λειτουργία. Ο κάματος που καταβάλει για τη διαχείριση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, έχει ως συνέπεια να εξαντλούνται σταδιακά τα β-παγκρεατικά κύτταρα που παράγουν την απαραίτητη ινσουλίνη. Κι έτσι, μέσα σε λίγα χρόνια, ως αποτέλεσμα αυτού του καθημερινού μόχθου του παγκρέατος, είναι να οδηγείται αυτό το πολύπλοκο και πολύτιμο όργανο στην μερική (διαβήτης τύπου 2) ή πλήρη ανικανότητα (διαβήτης τύπου 1) όσον αφορά τη διαχείριση της προσλαμβανόμενης γλυκόζης. Αυτή η χρόνια συμπεριφορά ενός ανθρώπου τον καταδικάζει στο να καταλήγει να εξαρτάται η επιβίωσή του από την ενδοφλέβια, καθημερινή χορήγηση ινσουλίνης, σχεδόν σε οτιδήποτε τρόφιμο θα βάζει στο στόμα του.
Σύμφωνα με τον Ιπποκράτη ή ισορροπία μεταξύ του ξηρού – στερεού, του υγρού, του κρύου, του ζεστού, του γλυκού, του αλμυρού, του πικρού και του ξινού, θέτει τη βάση για τη βέλτιστη υγεία. Σύγχρονες μελέτες έχουν δείξει ότι ο εμπλουτισμός του καθημερινού διαιτολογίου με πικρές και ξινές γεύσεις βοηθά το μεταβολισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι οι λαοί της ανατολής συνοδεύουν ή τελειώνουν τα γεύματά τους με ένα φλιτζάνι τσάι, χωρίς κανένα πρόσθετο γλυκαντικό. Η τακτική του να συνοδεύονται τα γεύματα με ένα φλιτζάνι τσάι, φαίνεται ότι λειτουργεί ευεργετικά τόσο στο μεταβολισμό όσο και στη βελτίωση της χώνεψης ενώ προκαλεί και μια γρηγορότερη αίσθηση του κορεσμού. Είτε πρόκειται για πράσινο τσάι, είτε για οποιοδήποτε αφέψημα με βάση τα δικά μας παραδοσιακά βότανα, όπως το τσάι του βουνού ή το καταπραϋντικό χαμομήλι, τα ευεργετικά αποτελέσματα είναι ακριβώς τα ίδια.
Στην ερώτηση που δέχομαι πολύ συχνά για το αν μπορεί κάποιος να χρησιμοποιεί υποκατάστατα ζάχαρης, όπως η φυσική γλυκαντική ουσία στέβια, στα ροφήματά του, απαντώ ότι σαφώς είναι προτιμότερα από τη ζάχαρη, είτε πρόκειται για λευκή ή καστανή. Οι μεγάλη μας, όμως, ευκαιρία να εισπράξουμε τα ευεργετικά οφέλη από τις «πικρές» τροφές, είναι να πίνουμε το καφέ ή τα αφεψήματα μας σκέτα ή, έστω, με τη συνοδεία ελάχιστης ποσότητας φυσικού γλυκαντικού.
Αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να πάμε στο αντίθετο άκρο και να αποκηρύξουμε τη «γλυκιά γεύση», γι’ αυτό η παρασκευή γλυκών με στέβια ή άλλα γλυκαντικά, ως υποκατάστατων της ζάχαρης, με βρίσκει απολύτως σύμφωνο. Στο διαδίκτυο μπορεί να βρει κανείς χιλιάδες συνταγές παρασκευής γλυκών με υποκατάστατα ζάχαρης. Όλα τα γλυκά που έως τώρα παρασκευάζαμε με την κοινή ζάχαρη μπορούμε να τα φτιάξουμε με στέβια, χωρίς να χάνουμε το παραμικρό σε γεύση, ενώ η θρεπτική τους αξία αυξάνεται κατακόρυφα. Αν, μάλιστα, αντικαταστήσουμε και τα βιομηχανικά άλευρα ζαχαροπλαστικής με πιο φυσικά άλευρα ολικής άλεσης, τότε το γλυκό μας μπορεί να θεωρηθεί ως μέρος της καθημερινής μας διατροφής. Με ένα σκέτο αφέψημα, ως συνοδεία, κι ένα φρούτο και έχουμε μια πολύτιμη δυάδα για τα ενδιάμεσα γεύματα μας. Προσθέτοντας μια μερίδα ζωικής τροφής έχουμε μια εξαιρετική τριάδα για ένα από τα βασικά μας γεύματα.
Ένας άλλος καλός τρόπος να εισπράξουμε τα ίδια ευεργετικά αποτελέσματα, με αυτά που προσφέρουν οι πικρές γεύσεις, είναι η καθημερινή κατανάλωση φρέσκων λαχανικών, ξινών φρούτων και μουσκεμένων ξηρών καρπών, με πρωταγωνιστική δράση τα αμύγδαλα και τα καρύδια. Κάποιοι θεραπευτές προτείνουν και μια μικρή δόση από κουκούτσια βερίκοκου, τα οποία όπως και τα αμύγδαλα εμπεριέχουν την πολύτιμη βιταμίνη Β17 ή αμυγδαλίνη, που φαίνεται να παρουσιάζει ισχυρή αντικαρκινική προστασία και μπορούμε να τα βρούμε σε καταστήματα υγιεινών και βιολογικών τροφών.
Αντίστοιχη δράση φαίνεται να έχει και η κατανάλωση μιας κουταλιάς ωμού ελαιόλαδου το πρωί, πριν από το πρωινό μας. Είναι ένα μυστικό για την τόνωση του συκωτιού, της χολής και του παγκρέατος, που έμαθα από ένα γέροντα που συνάντησα κάποτε στην Κρήτη. Θα συνιστούσα, επιπλέον, και μια κουταλιά λινέλαιου για ένα καλύτερο συνδυασμό απαραίτητων λιπαρών οξέων, ιδιαιτέρως αν επιδιώκουμε να μειώσουμε τη χοληστερόλη στο αίμα μας.
Επίσης, η χρήση φρεσκοστυμμένου χυμού λεμονιού στα φαγητά και στις σαλάτες ή έστω λίγες σταγόνες λεμόνι σε κάθε ποτήρι νερό που πίνουμε, μπορούν να βοηθήσουν στην επίτευξη της ξινής γεύσης.
Εδώ θα ήθελα να θέσω ένα προβληματισμό. Ας αναλογιστούμε πόσες από τις τροφές που μπορεί να βρει κανείς σε ένα κατάστημα «γρήγορου φαγητού» έχουν πικρή ή ξινή γεύση. Πικρή σίγουρα όχι, αλλά, ακόμα και οι σαλάτες που περιλαμβάνονται στα μενού είναι καλυμμένες με μαγιονέζα ή ένα ελαφρώς γλυκό dressing. Κι αν τύχει να συνοδεύσουμε το γεύμα μας με ένα αναψυκτικό, είτε με ζάχαρη είτε χωρίς, αλλά με εξίσου δυνατή την αίσθηση της γλυκιάς γεύσης, θα πρέπει, για να φέρουμε σε ισορροπία την πικρή και ξινή γεύση, να μασήσουμε λεμόνια και πιούμε δέκα σκέτους espresso! Όμως, κατανάλωση περισσότερων από δυο αναψυκτικών με καφεΐνη, είτε με ζάχαρη είτε light, όπως και η κατανάλωση περισσότερων από τριών φλιτζανιών καφέ σε μια μέρα, μπλοκάρουν το μεταβολισμό της Σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Η ανικανότητα σύνθεσης της Σεροτονίνης, που προκαλεί την αίσθηση του κορεσμού και της καλής διάθεσης, φαίνεται να γίνεται μια χαμένη υπόθεση, που σχεδόν αναπόφευκτα θα μας οδηγήσει σε τουλάχιστον ένα υπερφαγικό επεισόδιο πριν πέσουμε για ύπνο.
Έτσι λοιπόν, την επόμενη φορά που θα αποφασίσεις να πάρεις το μικρό ή μεγάλο γεύμα σου σε κάποιο ταχυφαγείο, σκέψου πως ακριβώς θέλεις να φροντίσεις τον εαυτό σου…
Πηγή: www.diatrofi.gr