H αλθαία (Althaea officinalis) έχει χρησιμοποιηθεί για περισσότερο από 2.000 χρόνια στη διατροφή και για ιατρική χρήση. Ρωμαίοι, Κινέζοι, οι Αιγύπτιοι, Σύριοι χρησιμοποιούσαν ευρέως την αλθαία ως πηγή τροφής. Όλα τα μέρη του φυτού, τα φύλλα, τα λουλούδια και η ρίζα έχουν φαρμακευτικές ιδιότητες. Αυτό αντανακλάται και στην ονομασία που της έδωσαν Έλληνες και Λατίνοι, η οποία προέρχεται από την ελληνική λέξη «άλθω», που σημαίνει «θεραπεύω».
Η αλθαία χρησιμοποιείται παραδοσιακά από την εποχή του Ιπποκράτη για πληγές, προβλήματα βήχα, λοιμώξεων, ουρολογικά προβλήματα. Εκτεταμένες αναφορές για την αλθαία υπάρχουν σε συγγράμματα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας (Ιπποκράτης Διοσκουρίδης).
Σήμερα η αλθαία χρησιμοποιείται σε φλεγμονές, αναπνευστικά προβλήματα, προβλήματα άσθματος διάρροιας, δυσπεψίας, στη νόσο Crohn, στο σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS) στη γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, σε φλεγμονές ουροποιητικού συστήματος, σε ορισμένες περιπτώσεις υπογονιμότητας.
H αντιφλεγμονώδης δράση της αλθαίας οφείλεται στην δραστική ουσία mucilage, η οποία σχηματίζει αναμειγνυόμενη με νερό μία προστατευτική γέλη που καταπραΰνει τους ερεθισμένους βλεννογόνους. Αυτό συντελεί και στην ορθή ρύθμιση του βάρους, διότι δημιουργεί ευκολότερα αίσθημα κορεσμού. H δραστικότητα της ρίζας είναι ισχυρότερη από τη δραστικότητα του υπόλοιπου φυτού.
Αποτελεσματικότητα- παρενέργειες- ιατρικές έρευνες
Οι επιστημονικές έρευνες που αφορούν την αλθαία είναι λίγες, φαινόμενο που χαρακτηρίζει όλα τα παραδοσιακά φυτά και βότανα και οφείλεται κύρια σε έλλειψη χρηματοδοτών. Από τις γραπτές πηγές που διαθέτουμε κατά την εκτεταμένη ανά τους αιώνες χρήση της, δεν αναφέρονται θανατηφόρες παρενέργειες. Κατά την τελευταία εικοσαετία και από έρευνες έχουν αναφερθεί τοξικές αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα (π.χ. λίθιο, αντιδιαβητικά δισκία), σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις και παθολογική πτώση των επιπέδων του σακχάρου του αίματος.
Η χρήση των βοτάνων πρέπει πάντα να γίνεται υπό κατάλληλη ιατρική παρακολούθηση.
Πηγή: iatronet.gr